Ήταν κόρη του Θαύμαντα και της Ωκεανίδας Ηλέκτρας.
Οι Έλληνες την φαντάζονταν φτερωτή και ορμητική σαν θύελλα με πολύχρωμο χιτώνα, να πετά ανάλαφρη σαν τον αέρα στα ουράνια πάνω από στεριές και θάλασσες και να φέρνει σε θνητούς και αθάνατους τις παραγγελείες.
Ο μύθος λέει πως όταν οι θεοί ήθελαν να ορκιστούν ο Δίας έστειλε την Ίριδα να γεμίσει από την Στύγα, τη μαύρη πηγή του Άδη, το χρυσό της ποτήρι. Ο δρόμος που ακολουθούσε στον ουρανό χαρασσόταν επτάχρωμος καθώς μετέφερνε το "ιερό ύδωρ". Μετά οι θεοί το έχυναν στη γη, ορκίζονταν στα νερά της Στύγας, και ο όρκος τους πια ήταν αμετάκλητος.
Άραγε χάνεται η μαγεία του μύθου που αναδίδει η ομορφιά της Ίριδας όταν μέσα από το πρίσμα αναλύσουμε το φως στα χρώματά της;
Όχι βέβαια, τα μυστήρια δεν χάνουν ποτέ την γοητεία τους.
Και αν προσπαθήσουμε να την πλησιάσουμε και να απλώσουμε το χέρι μας, θα καταφέρουμε άραγε να την αγγίξουμε;
Τραγικό πλάσμα ο άνθρωπος... ένας Δον Κιχώτης που βαδίζει μέσα σε αυταπάτες, πλασμένος από λύπη, τρέλα κι ελπίδα, θαρρεί πως μπορεί να απλώσει το χέρι του και να αγγίξει μια θεά.
Καλή Χρονιά σε όλους.